Number of hits several since March 2004
To view the Greek letters in Netscape, select "View" menu,
then choose character encoding Greek ISO-8859-7

Copyright © Panayotis Skordos
Copyright © Παναγιώτης Σκόρδος
pskordos (at) alum (dot) mit (dot) edu


20030821 Η αναμονή ενός ταξιδιού
Κάθε ταξίδι μέσ' στο τρένο,
μία κλεψύδρα με θεού κορμοστασιά,
ορθώνεται μέσ' στο μυαλό του με φοβέρα
και σαν τη Θέμιδα μετρά,
τα δευτερόλεπτα που φεύγουν.
Σαν τις σταγόνες της βροχής,
κυλούνε τα λεπτά,
πάνω στο βράχο μέσ' στη νύχτα,
και παραδίπλα μέσα στη θάλασσα βουτούν.
Εκεί που όλα χάνονται μέσα στα βάθη,
εκεί πάει η ζωή του, 
οι ανιαρές μοναδικές στιγμές του,
θα γίνουν κάποτε το γεύμα 
ενός ασημένιου λυθρινιού
που θα περάσει με ανοιχτό το στόμα
και θα τις χάψει.
Με τέτοιες σκέψεις πλημμυρίζει το μυαλό του,
και ετούτη η αναμονή του φέρνει μέσ' στη μνήμη
το άλλο του, το μεγάλο του ταξίδι.
Τριγύρω του, 
άλλοι κοιμούνται μέσ' στο τρένο και ξεκουράζονται.
Άλλοι διαβάζουνε βιβλία και περιοδικά,
και άλλοι κουβεντιάζουνε.
Μία κοπέλα ζωγραφίζει ένα παιδάκι,
και γράφει ένα ποίημα.
Μα ο φίλος μας δεν κάνει τίποτα άλλο
απ' το να σκέφτεται,
κοιτάζει με ένα βλέμμα αδρανές κι ονειροπόλο,
με μάτια που πηγαινοέρχονται σιγά σιγά,
σαν το νανούρισμα της θάλασσας μέ το γιαλό.


20030825 Πρώτη μέρα του φθινοπώρου
Έφυγε η ζέστη του καλοκαιριού κι η υγρασία,
ήρθε η δροσιά του φθινοπώρου κι άνοιξε ο ουρανός.
Τα μάτια σου τώρα δεν χορταίνουν να κοιτούν ως τον ορίζοντα
την κάθε λεπτομέρεια, την κάθε ζωντανή κουκκίδα 
που σκιρτά, το κάθε αντικείμενο που τολμά
να ξεχωρίσει, γυαλίζοντας κάτω από τον ήλιο τον λαμπερό.
Το αεράκι είναι απόλαυση να σου χτυπά το πρόσωπο
και δεν χορταίνεις να αναπνέεις, να το ρουφάς
και να σου δίνει την ζωή με ένα χαμόγελο.
Οι σκέψεις σου αδρανούν σε ένα τέτοιο πρωινό του φθινοπώρου,
η ομορφιά έχει πλημμυρίσει το μυαλό σου,
και όλες οι αισθήσεις σου ατενίζουν το αναγεννημένο σύμπαν.


20030826 Ήρωες που φεύγουν
Ένας ακόμα έφυγε στα τριανταεφτά του χρόνια
με ελπίδες και με όνειρα που δεν θα βρουν ζωή.
Είχε προτεραιότητα σαν έστριβε το δρόμο
μα απρόσμενα όλα χάθηκαν μετά τη σύγκρουση.
Ποιος έφταιγε, τι έφταιγε, σημασία πια δεν έχει,
ο πόνος μόνο απέμεινε για φίλους και γονείς.
Τα πάντα έχουν το λόγο τους, έλεγε κάποιος φίλος,
μα η ζωή είναι θέατρο κι εμείς οι ηθοποιοί.
Από τον φόβο αρχικά, το σοκ, τη στεναχώρια,
σιγά σιγά στη λησμονιά, στην τάξη των πραγμάτων.
Εν το μεταξύ άλλοι τρέχουνε, βιάζονται, αγωνιούνε
και πρσποιούνται με λαχτάρα για το τίποτα.
Ίσως γι' αυτό πεθαίνουν πρόωρα οι ήρωες κάθε τόσο
για να θυμούνται οι ζωντανοί το νόημα της ζωής.


20030829 Πέλαγο από φάρους
Είναι ένα πέλαγο γεμάτο από φάρους,
τελείως αλλιώτικο απ' αυτά που έχεις δει,
που είναι πάντα σκοτεινό και οι φάροι αναβοσβήνουν
σαν τις πυγολαμπίδες που μιλούν για έρωτα
δίπλα απ' τα πράσινα λουλούδια ενός αγρού,
και σαν αστέρια που τρεμοπαίζουν
πίσω από την ομίχλη και τη νυχτερινή σιωπή.
Καράβια δεν υπάρχουν σε αυτό το πέλαγο
μονάχα γλάροι και δελφίνια που ταξιδεύουν
ανάμεσα σε αφρούς και σε πυροτεχνήματα
που ανάβουν κάθε τόσο στα πανηγύρια των φάρων.
Έτσι οι φάροι στέλνουν μηνύματα αναμεταξύ τους
κι όσο υπάρχει πέλαγο ποτέ δεν σταματούν,
ρουφώντας την ενέργεια από τα βάθη του ωκεανού.
Όσο υπάρχει άπνοια και γαλήνη,
οι γλάροι πετούν πιο αραιά 
κι οι φάροι αναβοσβήνουν με αργό ρυθμό 
σαν μετρονόμοι σε μια σονάτα φεγγαριού.
Μα ένα αεράκι απ' τη ξηρά 
ή ένα κύμα από γειτονικό πέλαγο
μπορεί εύκολα να συντονίσει μια φουρτούνα
ώστε το πέλαγο να πλημμυρίσει με αγωνία,
άλλοτε φόβο και θυμό ή έμμονη λαχτάρα
ώστε οι φάροι να αναβοσβήνουνε με τρέλα
σαν μια διασταύρωση λεωφόρων με συνωστισμό.
Οι φάροι αυτοί κρατούνε μέσα τους όλο το παρελθόν,
και σαν ατέλειωτοι καθρέπτες το αντανακλούν στο μέλλον.


20030901 Φανταχτερό σεντόνι
Να φανταστείς ένα φανάρι πράσινο μέσα στη νύχτα
δίπλα στου τρένου τις γραμμές
να δείχνει ανοιχτό τον σιδηρόδρομο,
και να προσθέσεις λίγο θαλασσί 
το χρώμα του πελάγου,
ενώ οι ψιχάλες της βροχής να πέφτουνε στο μέτωπο,
λοξά από τον άνεμο, λιγνές και πολυάριθμες.
Και τότε ο μικρός κύκλος του φωτός του φαναριού
να αρχίσει να απλώνεται σιγά σιγά,
και να καλύπτει τον μισό κατάμαυρο ουρανό
σαν ένα απέραντο φανταχτερό σεντόνι.
Τότε να νιώσεις μέσα σου ένα αβάσταχτο πειρασμό
να τρέξεις, να πετάξεις, να τυλιχτείς
μέσα σε αυτό το αλλόκοτο φως.


20030904 Εφιάλτες
Μέσ' στα βαθιά νερά του λιμανιού,
που είναι βαριά απ' τα σκουπίδια και το λάδι,
και παγωμένα απ' το χειμωνιάτικο βοριά,
γλιστράει και πέφτει μια γατούλα μ' άσπρο παλτό,
και πλατσουρίζει να αποφύγει τον πνιγμό της.
Μέσα στο σκοτεινό σοκάκι της μεγαλούπολης
δίπλα από τείχους πέτρινους και πόρτες κλειδωμένες,
πλάι σε μάντρες έρημες και σωρούς σκουπίδια,
τρέχει με φόβο και ρηχή ανάσα μια γατούλα,
να μην την βρουν οι σφαίρες των στρατιωτών.
Πάνω από τα πήλινα κεραμίδια του χωριού,
και αγγίζοντας τις κορυφές θεόρατων δένδρων,
διασχίζοντας φαράγγια και κοφτερούς γκρεμούς,
πετάει σαν χάρτινος αετός ο φτερωμένος γάτος
για να ξεφύγει τους διώκτες του από κάτω.
Μέσα σε ένα σπήλαιο με εκκωφαντική ησυχία,
με τοίχους μαύρους πέτρινους και γλιστερούς
που μοιάζει με πηγάδι χωρίς πάτο,
ξυπνάει απρόσμενα ένα γατάκι όλο άγχος,
και πέφτει ατέλειωτα και ελαφρύ προς το κενό.
Μέσα σ' ένα λαβύρινθο με πόρτες και δωμάτια,
με απότομες στροφές και σκοτεινές κρυψώνες,
με σκαλοπάτια που οδηγούνε σε ψηλά πατώματα,
δύο γάτοι έρχονται στα μαχαίρια για τη ζωή τους
μα οι μαχαιριές τους λαβώνουν μονάχα το κενό.


20030905 Δύο χρόνια μετά
Με τον καιρό η πληγή καθάρισε
από τα αίματα και τη σκόνη,
και μόνο το σκέλος που έλειπε,
η διάβαση του δρόμου,
έμοιαζε τώρα με κουλοχέρη.
Όλα τα μάρμαρα, ο δρόμος, τα τσιμέντα, το λιμάνι,
είχαν πλυθεί επίμονα επί δυο χρόνια
κι είχανε σβήσει μέσα τους το μακελειό.
Μονάχα οι κήποι με τα λουλούδια τους
και το χώμα που δεν ξεχνά,
κρατούσανε ακόμα μέσα τους την στάχτη.
Κι αν είχες λίγη φαντασία, θα την μύριζες,
και αν έμενες ακίνητος σε ένα παγκάκι με υπομονή
θα έβλεπες κάποιο ποντίκι, ενώ πριν δεν υπήρχαν,
που ήταν η ανάσταση όλων των σκοτωμένων.
Και ενώ όταν πρωτογύρισες στο πάρκο, 
κάτι σκίρτησε μέσα σου για την παλιά ζωή,
να την αρπάξεις πάλι από τα γκέμια,
να τρέξεις πίσω της, από τον πλούτο της,
για το παλιό σου διαμέρισμα με θέα την ελευθερία.
Σιγά σιγά η συντροφιά του ποντικού σε ηρέμησε,
κι είπες, καλή είναι η ζωή σου τώρα, ήσυχη,
και έφυγες.


20030919 Πρώτη συνάντηση
Το πρώτο κοίταγμα στα μάτια,
το πρώτο μειδίαμα στα χείλια,
το πρώτο αγκάλιασμα μιας γνωριμίας
από απόσταση με φαντασία,
η με τα χέρια και το στήθος από κοντά,
φέρνει συχνά την έκπληξη και την χαρά.
Μια νέα συνάντηση είναι πάντοτε γλυκιά
κρύβοντας μέσα της την ελπίδα για το τέλειο,
γιατί το άλλο πρόσωπο είναι ένα αγγελούδι
μέσα στις άδειες σκέψεις και το όνειρο.
Πόσο εφήμερη είναι όμως η εμπειρία.
Γιατί ο νους θα εξερευνήσει γρήγορα,
και η μνήμη ύστερα, τίποτα δεν ξεχνά.
Το κάθε αρνητικό, την κάθε σύγκρουση,
μια απλή διαφωνία και κάθε αδυναμία,
όλα θα μπουν σε ένα καλούπι προκαταλήψεων,
και το αγγελούδι πάει πια, πέταξε στον ουρανό.
Μονάχα ο έρωτας ίσως μπορέσει 
να ξαναφέρει πίσω το αγγελούδι
για λίγες προσωρινές στιγμές
κι ύστερα πάλι θα χαθεί.


20030920 Τίγρης
Πάνω σε ξύλινες σανίδες του παρκέ
και κάτω απ' το φεγγαρίσιο φως μιας λάμπας,
μοιάζει με τίγρη που μετρά
το κάθε βήμα του και τις κινήσεις του.
Μοιάζει με δύναμη πειθαρχημένη κι άγρια,
έτοιμη να ξεχυθεί κάθε στιγμή
για να εκφράσει ελεύθερα το ένστικτο
που πάλλεται στα σωθικά του.
Το σώμα του ενώνεται με τους ήχους,
με το ρυθμό και με την μελωδία,
και μοιάζει σαν να ανασταίνεται το ταγκό,
να παίρνει σάρκα και οστά για λίγο.
Έτσι ο τίγρης γίνεται αόρατος
κι η μουσική παίρνει εικόνα,
και η γυναίκα που αφήνεται στα χέρια του
μεταμορφώνεται σε μούσα και γοργόνα.


20031024 Ανθρώπινο ταξίδι
Τα χρόνια που ήταν χείμαρροι σαν ήμασταν παιδιά
έγιναν καταρράκτες και μας πνίξανε,
κι ύστερα σαν αγρίμια από μακριά
το βουητό τους μόνο ούρλιαζε μέσα στη νύχτα.
Τα κύματα του δρόμου ήταν αλύπητα,
οι αυταπάτες κι ο εγωισμός συντρίφθηκαν,
πάνω στα βράχια και τις πέτρες έγιναν θρύψαλα,
αφήσαμε τα χνότα μας στου ανέμου την ευωδία.
Τον ήλιο κυνηγήσαμε και τις ιδέες μας
για δύο μάτια που ήταν όμορφα και ελκυστικά,
ώσπου να ξαναγίνουμε στο τέλος ύλη κι ενέργεια,
μα το ταξίδι μοναχά είχε αξία.
Το πιο σημαντικό που μάθαμε η απλότητα,
κι ο πιο μεγάλος δάσκαλος το τέλος,
όταν το χιόνι έπεφτε πυκνό σαν αμμοθύελλα
και γέμιζε τα ρουθούνια.
Η πιο μεγάλη αγάπη που μας άγγιξε, της μάνας,
την αμελήσαμε συχνά κι αργότερα την ψάχναμε,
μακάρι να απλωνότανε σε ολάκερο τον κόσμο
απεριόριστα, αυτή ήτανε του σοφού η ελπίδα.
Ενώ το ένστικτο μας έσπρωχνε προς στον διαχωρισμό,
όπως και όλα τα ζωντανά απάνω στον πλανήτη.
Ίσως μια μέρα τα ανθρώπινα μυαλά να μεταλλάξουνε μαζί
ώστε να μπει η ζωή ολομελής μέσα σε νέο καλούπι.
Αυτό ήταν το δίλημμα, το πήδημα, μα ίσως πρώωρο,
και ο πρωτόγονος αγώνας μας αξιοπρεπής εκρίθη.


20031123 Ατέλειωτο
Το ποίημα είναι ατέλειωτο, κι ήρθες κι εσύ σαν κύμα
στου ουρανού το μνήμα να ανεβείς.
Τα μάτια μου, τα λόγια μου, την ακοή και την αφή μου λες,
να κράταγες για πάντα.
Άπειροι κόσμοι κρύβονται σε μια στιγμή στο τίποτα,
και έντεκα διαστάσεις που κάποτε θα δεις 
μέσα σε ένα άλλο σώμα. 
Μέσα σε ένα ποίημα,
στο πέλαγο, στα σύννεφα,
στην άμμο μια πετρίτσα.


20031124 Η ευτυχία
Δυο ματάκια σιωπηλά 
πίσω απ' ένα παράθυρο,
ένα απόγευμα με συννεφιά, 
άραγε τι έχουν να μας πουν;
Ίσως αν κρύβουν μυστικά, 
επιθυμίες και μικρο-παράπονα,
που όμως ποτέ δεν τόλμησαν 
να τα νιαουρίσουν στον αφέντη.
Κακόκεφος είναι πάντα ο αφέντης 
όταν γυρίζει απ' την δουλειά του,
και είναι δύσκολο να μην φωνάξει 
με το παραμικρό και έχει δίκιο.
Ο πλούτος είναι ξέχειλος μέσα στο σπίτι
και ουσιαστικά τίποτα δεν του λείπει,
μόνο το μυαλό νιώθει άδειο που και που,
μα αυτό είναι πρόβλημα του μυαλού.
Φθινόπωρο στο Λονδίνο και ο ήλιος 
καταφέρνει μοναχά για μια στιγμή να του μιλήσει,
να με θυμάσαι λέει στο γατάκι, μη με ξεχνάς.
Και έτσι σαν οπτασία, σαν ημίθεος,
κρύβεται πάλι μπροστά απ' τα σύννεφα,
και η ζωή κυλά ξανά με ηρεμία.
Είναι απλή η ευτυχία για ένα γατάκι.


20031129 Ένα χαμόγελο στο τρένο του Σάουθ Κένσιγκτον
Μέσα στο υπόγειο τρένο του Λονδίνου
και κόντευε μεσάνυχτα,
μία βραδιά μοναχική του Φθινοπώρου,  
και το αγόρι περπατούσε αργά, σιωπηλά,
ρουφώντας μερακλίδικα το χτυπημένο παγωτό βανίλια.
Είχε αράξει πρόσφατα σ' αυτήν την πόλη
και του άρεσε, τα κτήρια, τα πάρκα, τα μουσεία,
ma πιο πολύ ο κόσμος της, που ήταν πάντοτε όμορφα ντυμένος,
η γλώσσα τους η τραγουδιστή, οι τρόποι τους.
Του άρεσε να τους κοιτά συνέχεια όποιον περνούσε,
κι ένοιωθε ένα σκίρτημα να τους μιλήσει
για να τους πει πόσο πολύ του άρεσαν, μα δεν τολμούσε.
Αν ήταν ένα πνεύμα κι ήταν αόρατος, 
θα ζούσε σίγουρα μέσα στα τρένα και τους δρόμους
μα είχε κουραστεί πια κι έπρεπε να γυρίσει.
Τότε το τρένο έφτασε και άνοιξε τις πόρτες του
στην αποβάθρα του σταθμού του Νότιν Χιλ,
και το αγόρι έμεινε ακίνητο, αναποφάσιστο,
δεν ήξερε αν τούτο ήταν το δικό του τρένο,
και οι πόρτες του κόντευαν να κλείσουν,
όταν ο τελευταίος επιβάτης που θα ανέβαινε
πέρασε δίπλα του,
Αυτό είναι το τρένο για το Σάουθ Κένσιγκτον,
πρόφτασε να ρωτήσει.
Ήτανε μία νέα κοπέλα, λεπτή, με μακριά μαύρα μαλλιά
που γύρισε και του είπε, ναι αυτό είναι,
με ένα απλό χαμόγελο, τόσο γλυκό και όμορφο.
Ανέβηκαν κι οι δυο τους μέσα στο τρένο,
και στάθηκαν όρθιοι δίπλα στη πόρτα.
Εκείνη του έδειξε στο χάρτη το Σάουθ Κένσιγκτον, 
τρεις στάσεις του είπε,
κι έμειναν ακίνητοι να κοιτιούνται.
Πόσο ήθελε κάτι να της πει,
του άρεσε πολύ και ήταν ολομόναχος,
δεν είχε άλλα σχέδια για το βράδυ.
Πόσο ωραία θα ήταν να περνούσε 
λίγες ώρες μαζί της, να την γνώριζε,
ίσως να ταίριαζαν, κι ίσως ακόμα 
να ήταν αυτή η γυναίκα της ζωής του.
Με αυτές τις σκέψεις πέρασαν γρήγορα
τις πρώτες δύο στάσεις, χωρίς να πει κουβέντα,
οι πόρτες άνοιξαν, και η κοπέλα ετοιμάστηκε να κατεβεί.
Έτσι λοιπόν όλα θα τέλειωναν, σκέφτηκε το αγόρι.
Μα καθώς πέρναγε την πόρτα η κοπέλα,
γύρισε και τον κοίταξε ξανά, του χαμογέλασε,
και τον χαιρέτησε κουνώντας τα δάκτυλα
του αριστερού χεριού.
Με τον ίδιο τρόπο το αγόρι την χαιρέτησε
κι έκανε προς στιγμή να τρέξει από πίσω της,
να της μιλήσει, τι να της πει, 
φοβήθηκε, δίστασε, άφησε πάλι την ζωή να φύγει,
να κυλήσει σαν την άμμο μέσα από τα δάκτυλα.
Οι πόρτες έκλεισαν,
κι ίσως να μην την ξαναδεί ποτέ πια στη ζωή του,
ποτέ πια.
Έτσι οι δυο ζωές τους ήρθαν κοντά για μια στιγμή
και άγγιξαν με ένα χαμόγελο, εχώρισαν για πάντα.
Το αγόρι έμεινε μόνο του,
γεμάτο αγάπη κι ευγνωμοσύνη 
για την κοπέλα που τον βοήθησε
να βρει το τρένο του.
Αυτή θα ήταν σίγουρα ένας άγγελος
που ήρθε να τον βοηθήσει, σκέφτηκε.


20031204 Μπρούκλιν
Είναι αργά το βράδυ, κοντεύει ξημερώματα,
και ο πλανήτης Άρης στον ορίζοντα
φέγγει σαν μία σπάνια πέτρα, ακριβή.
Και το φεγγάρι πιο ψηλά είναι ο φακός
που διαπερνά τα σύννεφα, σαν μία βελούδινη βιτρίνα.
Πιο κάτω από τον ορίζοντα βλέπεις τα ανθρώπινα,
λάμπες των δρόμων, ψηλά κτήρια,
μια γέφυρα στολισμένη πάντα για τα Χριστούγεννα,
όλα απλωμένα αραιά πάνω σε ένα επίπεδο
που από μακρυά, με λίγη φαντασία, 
μοιάζουν με φώτα στα νησιά, 
τα βράδια του Αιγαίου.
Για αυτό η πόλη είναι πιο όμορφη το βράδυ από το πρωί,
και τα ξενύχτια είναι ατέλειωτα κι ακούραστα.


20031206 Χορεύτρια του ταγκό
Σαν μία πέτρα ακριβή
με κρατάς και με στηρίζεις,
που στο πάτωμα αν πέσω,
θα κομματιαστώ.
Σαν τα κύματα της θάλασσας
με αρπάς και με οδηγείς
που τα βράχια αναμένουν
να με εκδύσεις.
Σαν κισσός με αγκαλιάζεις
που ατέλειωτα απλώνει
κι αν ποτέ σου αφεθώ
θα με τρυπήσεις.


20031207 Χιονισμένο απόγευμα
Το θαλασσί αναμειγνύεται με το γκριζόασπρο
και έτσι απλώνεται και πλημμυρίζει το ζενίθ.
Είναι μια έρημος από λουρίδες άσπρες και λουλακί.
Τα λίγα μαύρα σύννεφα που ξεχωρίζουν στη σειρά
πλέουν σαν καραβάκια στον ορίζοντα,
κι ένα ελικόπτερο που εμφανίζεται και χάνεται 
στα γρήγορα, μοιάζει με μέλισσα που στριφογυρνά.
Δυο τρία αεροπλάνα γλιστρούν στον άνεμο περήφανα,
και ένα κοπάδι από πάπιες ζωγραφίζουν σχήματα.
Μια καμινάδα βγάζει ατμό που υψώνεται σαν φασολιά
κι όλη η γη είναι σκεπασμένη γιά να μην κρυώνει.


20031214 Πρωινό τραγούδι
Θα ήθελα ένα πρωινό
έτσι δίπλα σου να έρθω,
να σου σιγοτραγουδήσω
να σου πω πως σε αγαπώ.
Θα ήθελα ένα πρωινό
αγκαλιά να σε κρατώ
και τα μάτια μου να ανοίξω
στο γλυκό σου πρόσωπο.
Ένα τέτοιο πρωινό,
τη ζωή μου όλη να ζω,
θα ήθελα με εσένα ταίρι
και μετά πια να χαθώ.
Πόσες φορές το έχω ακούσει
ένα τέτοιο όνειρο,
κι εγώ τώρα σας το λέω
σαν παλιό γραμμόφωνο.


20040119 Η ψηλή Ιρλανδέζα
Ένιωθε βαριά τα σκέλη του απ΄ την κούραση,
κι αναρωτιόταν που θα έβρισκε την δύναμη
για να χορέψει τον επόμενο χορό ταγκό,
μα όταν είδε εκείνη την κοπέλα,
η έλξη της τον έσπρωξε, ανίκητη.
Πιάνοντας απαλά το χέρι της την ρώτησε,
θέλεις να χορέψουμε μαζί; Κι αυτή σηκώθηκε.
Τότε είδε ακόμα πιο πολύ πόσο όμορφη
ήταν η σπάνια αυτή Ιρλανδέζα, η ψηλότερη
από όλες τις κοπέλες που θα χόρευαν
μαζί του απόψε και της χαμογέλασε.
Τέτοιες θα είναι οι θεές του Ολύμπου
σκέφτηκε, με αναλογίες σαν αρχαίο άγαλμα
που ξαναγεννήθηκε και έγινε ζεστό,
γεμάτο αγάπη και αίμα, τρυφερό κορμί.
Είχε καλή ισορροπία στον βηματισμό της
και έφτιαχναν τα δυο κορμιά καλή επαφή.
Ήταν λίγο παράξενο να είναι η ντάμα του
ψηλότερη από αυτόν, μα τι τον νοιάζει;
Το αγόρι οσφραίνονταν σίγουρο και τυχερό
σαν να ξαναγεννιόταν μέσα στην αγκαλιά της,
σαν να έμπαινε σε μια καινούργια διάσταση,
μια τούρτα με αφράτη κρέμα και γλυκό κρασί,
και το κερασάκι ένα φιλί στο μάγουλό της.


20040201 Στο κρεβάτι του μπεκρή
Πρωί και βράδυ η καρδιά ξαγρυπνά,
και ο εγκέφαλος ψιθυρίζει τραγούδια.
Το σώμα από κάτω είναι η βάση μου,
ο υπηρέτης, εργάτης και μπάτλερ μου.
Τριάντα τρισεκατομμύρια κύτταρα
σαν αστέρια μέσα στον γαλαξία
μεγαλώνουν, πεθαίνουν, γεννιούνται
σαν ζωάκια σε μιαν άλλη μίτρα.
Κάθε ανάσα, εισπνοή κι εκπνοή
με τα γύρω μου είναι μια συνουσία,
μία φάλαινα μέσα στη θάλασσα
από ενέργεια και απειροελάχιστα σχήματα.
Ξαπλωμένος στο αμμουδερό κρεβάτι μου,
τυλιγμένος με χόρτα και φύκια,
στο απάνεμο σπήλαιο που κρύφτηκα,
οσφραίνομαι την αιώνια ηρεμία.
Το γυναικείο μου σώμα όλο σκέφτομαι
και την ολόσωμη επαφή που είχα,
το φιλί ήταν η πρώτη συνάντηση,
δυο πρωτόνια που αγκαλιαστήκαν.
Οι σκέψεις μου συνεχώς μπερδεύονται,
η αρχή, οι ρίζες, ο έρωτας,
το τέλος, το νόημα, το χρήμα,
στο κρεβάτι του μπεκρή μια κουβέντα.
Και ο χτύπος σαν ρολόι ξανακούγεται,
μέσα στις φλέβες και αρτηρίες ένα κύμα,
είναι η αντλία που η μάνα μου χάρισε,
η αγάπη, της ζωής μου η μπαταρία.


20040208 Φιλί αποχαιρετισμού
Η ημέρα φορτωμένη με στολίδια κι εμπειρίες
περνά σαν το καράβι στον ορίζοντα
μπρος από μάτια που την ρουφούν με δίψα
και τρέφουν δέκα δισεκατομμύρια κύτταρα.
Κοντεύει η ώρα της θυσίας, 
πολύχρωμες μπογιές απλώνονται στα σύννεφα,
σχήματα και γραμμές αλλάζουν συνεχώς,
τα ζώα νιώθουνε την ένταση της στιγμής.
Κι όταν το φως βουλιάξει μέσ' στη θάλασσα,
και ακουστεί της μέρας η ύστατη ανάσα,
ένα φιλί σηκώνεται, πετάει στον ουρανό
για να την αποχαιρετήσει.
Χείλια που λάμπουνε σαν άγαλμα,
σε κάθε απλή συνάντηση και χωρισμό,
στον έρωτα και στον θάνατο.
Και ύστερα μόνο χρώματα.


20040214 Η πηγή
Στην άκρη του νησιού, ψηλά μέσα στο βράχο,
είναι με μόχθο σκαλισμένη η πηγή.
Κρυστάλλινο νερό πετάγεται από μέσα,
και γρήγορα ξαναβουτά στα έγκατα της γης.
Αν είσαι ικανός να σκαρφαλώσεις και να σκύψεις,
τα χείλια σου να απλώσεις, να γευθείς,
αιώνια χαρά είναι ικανό να σου δώσει,
το σώμα να τονώσει, να σου δροσίσει την ψυχή.
Από απόσταση την βλέπεις σαν ακριβό διαμάντι
κάτω απ΄ του ήλιου τις ακτίνες να σπινθηροβολεί.
Από κοντά ο δρόμος του βουνού περνάει χαμηλά της,
και μόνο το βουητό της θα ακούσεις και την ενέργεια.
Σαν τις Σειρήνες του Ομήρου σε μαγεύει και σε καλεί,
στα όνειρα σου έρχεται και δεν σε αφήνει,
σαν την γυναίκα που αγάπησες, μια ολόσωμη εικόνα,
το πρόσωπο, το στήθος, ο ομφαλός και η πηγή.


20040215 Παγωμένο καράβι
Ο άνεμος φυσά σαν θύελλα απάνω στο καράβι,
και η θερμοκρασία στην καμπίνα είναι χαμηλή,
καλύτερα να μείνω τυλιγμένος στο κρεβάτι μου,
σαν την αρκούδα που κοιμάται τον Χειμώνα.
Κάτω από τα σεντόνια και τις διπλές κουβέρτες
είμαι ένα κανταΐφι παγωτό,
που ονειρεύεται συνέχεια την γυνή
που θα 'ρθει για να το δοκιμάσει,
τα χείλια και την γλώσσα της να απλώσει,
την κρέμα να γευτεί,
και σαν την μέλισσα που γνώρισε το μέλι
να χτίσει την κυψέλη της στο πλάι.
Τότε η αρκουδίτσα μου θα σηκωθεί
και μέσα στην ζεστή κυψέλη της θα μπει,
και η αληθινή Άνοιξη θα έρθει.


20040216 Ποιητής σε κηδεία
Στον Ιορδάνη ποταμό με 'ρίξανε
και με βάφτισαν ποιητή εν αμπσεντία.
Μία γνωστή μου έφερε το μήνυμα
που βρέθηκε από σύμπτωση στη κηδεία
ενός νεαρού που πέθανε, ξαφνικά και πρόωρα.
Στον επιτάφιο του απάγγειλαν το ποίημα
που έλεγε για τον Χάρο, τον Παράδεισο και το ταγκό,
κι έτσι έδωσαν ζωή στο ποίημα μου προς στιγμή
και επικοινώνησα με ανθρώπους που δεν γνώριζα.
Μα τι σημασία έχει, πικρή χαρά μου έδωσε,
λόγω του εγωκεντρισμού που έχω, κι έσβησε γρήγορα.
Τα λόγια και οι σκέψεις μου πηδούν με τον κουβά
από το πηγάδι της κληρονομιάς μου,
δεν είν' δικά μου, κι εγώ δεν υπάρχω.
Μάταια είναι η φήμη κι ο εγωκεντρισμός,
στον Χάρο θα πάει μια μέρα και τούτο το κορμί,
αδέλφια μου, όταν πεθάνω.


20040217 Το όνειρο ενός εργένη
Πρέπει να έχω άρρωστο μυαλό διότι
από όλες τις γυναίκες που συνάντησα στη ζωή
τις πιο πολλές κατάφερα και τις παντρεύτηκα
νοητικά, μόλις τις γνώρισα, με την πρώτη.
Η ίδια σκέψη δημιουργείται πάντα και αυθόρμητα,
το ίδιο παραμύθι παίζεται μέσα στη φαντασία,
σαν το τραγούδι που έχει κολλήσει μέσ' στο νου,
και ξανακούγεται συνέχεια μόλις έρθει η ησυχία.
Κρίμα την εξυπνάδα, τις σπουδές και τα διπλώματα,
μα το μυαλό δεν διαφέρει από τα κασετόφωνα.
Και η λίγη λογική που μου έχει απομείνει
είναι ανήμπορη μπρος στη συνήθεια και το όνειρο.
Ένα αγοράκι είμαι μικρό
μια κοπελίτσα θέλω να βρω
σαν αρκουδάκι να την κρατώ
να με ζεσταίνει, να την φιλώ,
στην αγκαλιά μου να τη σφίγγω,
χρόνια την ψάχνω το κακόμοιρο.


20040222 Η ολοκλήρωση του κύκλου του Νταβίντσι
Φαντάσου έναν άνδρα μέσα σε τέλειο κύκλο,
έτσι όπως τον ζωγράφισε ο Νταβίντσι,
χέρια και πόδια να απλώνονται
και να αγγίζουνε το σύμπαν.
Και απέναντι του μια γυναίκα, ισόμοια με αυτόν,
να ορίζει μια νέα καμπύλη,
χέρια και πόδια να απλώνονται
και να αγγίζουνε τον θηλυκό ορίζοντα.
Κι έτσι προσεκτικά να κάμψεις τα δυο σώματα,
απ' το επίπεδο να τα προβάλεις σε ημισφαίρια,
και τα ημισφαίρια να ενώνονται σε μια υδρόγειο.
Το αριστερό χέρι του ενός να αγγίζει το δεξί του άλλου,
το δεξί πόδι του ενός να ακουμπά στο αριστερό του άλλου,
και οι ματιές τους να ρουφούν τα δυο κορμιά τους.
Τα χίλια τους να είναι έτοιμα να φιληθούν, να μιλήσουν,
το πέος του άνδρα να είναι διεγερμένο, ολοκόκκινο,
και να τεντώνεται σαν βέλος που σκίζει τον αιθέρα.
Το αιδοίο της γυναίκας να είναι φουσκωμένο, σχεδόν, 
σαν μια μικρή νέα υδρόγειο, ζεστό και ιδρωμένο,
και μια λεπτή σταγόνα να κυλά κάτω από την σχισμή,
και τα βυζιά της όμορφης ημίθεας γυναίκας
να είναι τσιτωμένα, οι ρώγες να πετάγονται καυτές,
γεμάτες πάθος να καλούν τον σύντροφο τους.


20040223 Ένα συνάχι
Ένα συνάχι πάλι με καθήλωσε,
και είμαι όλη μέρα στο κρεβάτι.
Ο νους μου με φωνάζει να βγω έξω, να πετάξω,
να πάω να βρω την φίλη μου στο χορό,
μα δεν μπορώ, νιώθω το σώμα μου βαρύ,
σαν το κορμί ενός γέροντα που αγγίζει τα εκατό,
και είμαι μόλις τριάντα--οχτώ ετών.
Κάθε μικρόβιο και ιός που με χτυπά
είναι μια πάλη για τον οργανισμό
που χρόνια τώρα μάχεται για να ζήσει
και ως τώρα βγαίνει πάντα νικητής
αν και οι ζημιές συχνά είναι μεγάλες,
πάντα ανασυντάσσεται με εκείνη την γλυκιά χαρά
της νίκης, που περιμένει το αύριο με υγεία.
Πόσες φορές όμως θ' αντέξει ένας θνητός;
Κάθε αρρώστια που περνά, 
μοιάζει με την ταρίφα ενός ταξί που όλο γυρίζει,
κι όταν τελειώσουν τα λεφτά, αλίμονο.
Ένας μικρός ιός, ένα μικρόβιο τόσο δα,
που ούτε να το δεις μπορείς, θα σε νικήσει,
και την ανάσα σου θα κλέψει απ' τα πλεμόνια,
και το κορμί που αγάπησες τόσο πολύ, θα το χαρίσει,
στα μακρινά ξαδέλφια του στο χώμα.


20040302 Μια ζαργάνα
Ήμουν μικρό παιδί όταν την πρωτοείδα
μια ήπια μέρα του καλοκαιριού στην Σαρωνίδα,
μία ζαργάνα μέσα στο νερό, κάτω απ' την επιφάνεια,
να ζωγραφίζει μια γραμμή πράσινη και γαλάζια.
Έμοιαζε με νεογνό ξιφία μα ομορφότερη,
με μπαρακούντα που έγινε λεπτό και ειρηνεμένο,
την μια στιγμή είναι εδώ, την άλλη χάνεται,
περήφανη και λαμπερή σαν πλατινένιο βέλος.
Και μόνο αν την αγκιστρώσεις, θα την δεις καλά,
μα αλίμονο δεν είναι πια η ελεύθερη ζαργάνα,
αλλά ένα ζώο φοβισμένο που σπεύδει προς το θάνατο.
Να τη που με θυμήθηκε, κι ας φύγαν τόσα χρόνια,
και ήρθε να με επισκεφθεί την νύχτα μου την άυπνη.
Μεταμορφώθηκε σε μια σκιά και μπήκε κολυμπώντας
μέσα από την ανταύγεια, το φως του φεγγαριού,
άνοιξε το παράθυρο και ήρθε στο ταβάνι,
ασύλληπτη και φευγαλέα όπως παλιά, 
έτοιμη να χτυπήσει την ουρά της και να χαθεί.


20040314 Διαφανές κρανία
Το πιο σπουδαίο, ευάλωτο κι ανθρώπινο σημείο,
φαντάσου να ήταν διαφανές το ανθρώπινο κρανίο.
Γυάλινη σφαίρα μαλακή ή το ζελέ της τσούχτρας,
με φώτα -- αίμα, κύτταρα, κλωστές να ξεχωρίζουν.
Κι ακόμα αν ήταν δυνατό να είχε μπουκαπόρτα,
για να μπορούν οι κολλητοί τις σκέψεις μας ν' αγγίζουν,
να μην ξεχνούν ότι είμαστε παρά μια μηχανή
κι αυτοί το ίδιο, εύθραυστοι, μια σύντομη ζωή.
Στο δρόμο, μέσ' στο σινεμά, στο σπίτι και στο τρένο,
όπου γυρίσεις και να δεις, διαφανές κεφάλια,
θα ήταν μια παράξενη, αλλόκοτη εικόνα,
όλοι οι εγκέφαλοι γυμνοί και όμοιοι με σένα.
Άραγε θα μας άλλαζε αυτή η εμπειρία, 
αυτόματα χωρίς κανένα δισταγμό και μόχθο,
να ζούμε πιο αρμονικά μέσα στην κοινωνία
και όλοι οι πόνοι του μυαλού να χάνονται στο χθες;


20040326 Φωτογραφίες φαντασίας
Μια μέρα μακρινή που εγώ πια δεν θα ζω
οι μηχανές φωτογραφίες θα μοιάζουν με οφθαλμό.
Με ηλεκτρικά κυκλώματα θα βλέπουν γύρω γύρω,
και την τεράστεια μνήμη τους συνέχεια θα γεμίζουν.
Σαν τα δυο μάτια ενός λαγού που ψάχνει για καρότα
θα εξερευνούν και θα χτενίζουν κάθε εικόνα.
Κι όταν ο ιδιοκτήτης τους ρωτήσει τι έχεις δει,
με όλο το οπτικό τους παρελθόν θα ζωγραφίζουν.


20040404 Ζωντανές επαφές
Μέσα σε ένα ηφαίστειο, σε λίμνη, σε ένα βάλτο,
ίσως μέσα στη θάλασσα, στα έγκατα της γης,
πολύπλοκες ουσίες χημικές έρχονται σε επαφή,
και φτιάχνουνε το κύτταρο, μια κοινωνία ζωής.
Έτσι αρχίζει ο αγώνας για επιβίωση. Τα κύτταρα
αναζητώντας συμμαχίες και νέες επαφές,
ενώνονται σε οργανισμούς, φυτά και ζώα.
Μέσα στη ζούγκλα, πολύπλοκοι οργανισμοί τρώνε και ζουν 
μέσα απ' τις διαμάχες τους και την συνεργασία,
και οι επαφές τους κατασκευάζουν τον εγκέφαλο.
Ιδού ο άνθρωπος, τριάντα δισεκατομμύρια νευρώνες
που αναζητούν συνέχεια να απλωθούν σε νέες επαφές.
Ένα τηλέφωνο χτυπά, ένα βιβλίο ασταμάτητα μιλά, 
νέες σχέσεις νοητές και φυσικές δημιουργούνται,
καθώς κουλτούρες ταξιδεύουν μέσ' στον χρόνο,
νέες φιλοσοφίες έλκονται προς το άγνωστο,
και το κομπιούτερ ζει, με βλέμμα
που είναι στραμμένο προς τα αστέρια και το άπειρο.


20040408 Κουβαράκι στη βροχή
Όταν θα έρθει εκείνη η μέρα που θα βρέχει
κι ο ουρανός θα είναι ένα ποτάμι,
και οι ψιχάλες ακατάπαυστα θα σε χτυπούν,
ενώ το τρένο ή το λεωφορείο σου θα περιμένεις,
και μία στέγη από κάτω να κρυφτείς δεν έχει,
μονάχα μια μικρή ομπρέλα σου έμεινε στο χέρι,
και κάτω απ' τη μέση βρέχεσαι σαν να ήσουν στο νερό,
τότε να θυμηθείς να σκύψεις και τα πόδια να διπλώσεις
σαν το ζωάκι που έγινε ένας σβόλος κουβαράκι με τη γη
και από πάνω σου η ανοιχτή ομπρέλα, πυραμίδα θόλος,
θα σε προστατεύει.


20040413 Ένα λεπτό που πέρασε
Ένα λεπτό πριν άρχισα να γράφω αυτές τις λέξεις,
ένα λεπτό που πέρασε και είναι τώρα παρελθόν
και είναι τόσο μακριά όσο τα παιδικά μου χρόνια
γιατί ποτέ δε θα μπορέσω να γυρίσω πίσω, να το βρω.
Μοιάζει με ένα αστέρι που βουλιάζει σε μια τρύπα
που δημιούργησε ένας μεγάλος γαλαξίας χωρίς φως,
και με ένα κουμπαρά επίπεδο κι ατέλειωτο
ως τον ορίζοντα, φτιαγμένο από ατσάλι, 
για να μην σπάζει και να είναι πάντοτε κλειστός.
Αδέκαρος, κοιτάζω το αύριο να έρχεται κάθε στιγμή,
σαν καταρράχτης που βουτά μέσ' στον ωκεανό.
Ας μην κρατώ τα χέρια μου δεμένα αδρανή,
ας πάρω λίγο την στιγμή μέσ' στην γροθιά μου,
στα δόντια και στη γλώσσα να την φέρω, 
να γευτώ, κι ύστερα ας χαθεί.


20040414 Ένα λεπτό που έφυγε κι ακόμα ζει.
Ένα λεπτό πριν άρχισα να γράφω αυτές τις λέξεις,
ένα λεπτό που πέρασε και είναι τώρα παρελθόν
και είναι τόσο μακριά όσο τα παιδικά μου χρόνια
γιατί ποτέ δε θα μπορέσω να γυρίσω πίσω, να το βρω.
Kι όμως το παρελθόν ξανάρχεται σαν έχει ησυχία,
οι εικόνες των αγαπημένων μoυ που έχουν φύγει
αντανακλούν μέσ' στο μυαλό μoυ σαν τραγούδια,
και είναι η τελευταία ευκαιρία που τους έχει μείνει
για να έρθουν λίγο ψεύτικα να αγγίξουν το παρών.
Τα γεγονότα που έζησα, τα αισθήματα που είχα,
ο έρωτας, η οργή, ή λύπη και άλλοτε χαρά,
πριν μία μέρα, πριν δέκα χρόνια, πριν μια χιλιετία,
είναι όλα χαραγμένα στου χρόνου τα τερτίπια
σαν μαρμαρένια αγάλματα, σαν ατσαλένιοι στύλοι,
μα ακόμα περισσότερο είναι ακόμα ζωντανά
και αγωνίζονται να επιζήσουν μέσα στο ανθρώπινο μυαλό.


20040515 Εικόνα στο τζάμι του τρένου
Καθώς το τρένο προχωρά μέσ΄ στο σκοτάδι,
πάνω σε ράγες με ορισμένο προορισμό,
μοιάζει με μιαν αναπνοή που κυνηγά τον χρόνο,
μέσα σε ένα τοπίο που αλλάζει συνεχώς
κι αναμειγνύεται με την εικόνα ενός προσώπου
που καθρεπτίζεται στο τζάμι του βαγονιού.
Μια ολόκληρη ζωή η εικόνα αυτή δεν έχει αλλάξει,
τα ίδια γένια φόραγε σαν ήτανε παιδί,
και όσες γνώσεις και εμπειρίες να αποκτήσει,
η εικόνα του θα παραμείνει πάντοτε αυτή.


20040614 Μετά τον χωρισμό
Το στόμα ακόμα είναι πικρό,
αλμύρα έχουν τα χείλια,
και το φιλί του χωρισμού 
φέγγει ακόμα απαλά στην κόρη του ματιού.
Με ένα καπέλο χαμηλά σε μια γωνιά του βαγονιού
παίρνει ανάσα και κοιτά τα ξένα λουλούδια.
Ξένη είναι και η αγάπη του, 
τόσο κοντά του και όμως μακρυά.
Μία κιθάρα μεξικάνικη κι ακορντεόν
μπαίνουνε ξαφνικά μέσ' στο βαγόνι και τραγουδούν,
πόσο χαρούμενη είναι η ζωή όταν δεν έχεις έννοιες
και το φεγγάρι λάμπει ανάμεσα απ' τα σύννεφα.
Τα μάτια του όμως κλείνουν απ' την κούραση,
απ' τις πολλές εικόνες και τις σκέψεις,
και το κορμί του έχει αρχίσει να κρυώνει, να ζαρώνει.
Στο χώμα τώρα θέλει να ξαπλώσει,
στο χώμα να ξεκουραστεί,
να πλέξει νέα όνειρα,
νέες ρίζες και κλαδιά
με άνθη να φυτρώσει.


20040621 Ξένοι ήχοι μέσα στο τρένο
Δεν συμπαθώ Κινέζους μέσ' στο τρένο 
γιατί μιλούν με δυνατή φωνή
και επιβάλουν τον εαυτό τους στους τριγύρω
χωρίς να  νοιάζονται καθόλου την σιωπή.
Η ηλικιωμένη αυτή κυρία από την Κίνα
μοιάζει να είναι φοβισμένη, ανασφαλής,
και πολεμά τους άγνωστους εχθρούς της γύρω,
ρίχνοντας βαρελότα και φωτοβολίδες στο αυτί,
ξένους κι αλλόκοτους συνδυασμούς των ήχων.
Δεν αντέχω.
Να ήτανε γαλλικά, τι όμορφα θα ήταν.
Ρώσικα κι Εβραϊκά, γλυκά στο αυτί.
Κι αν τύχαινε Ιταλικά να ακούσω,
τότε θα τραγουδούσαμε μαζί.


20040622 Μελαχρινή καραμέλα
Μια όμορφη Αλγέρισσα έτυχε να απαντήσω,
βγαλμένη από τα όνειρα που έψαχνα να βρω.
Αν λίγο μ' αγαπούσε, πολύ θα την φιλούσα
και γρήγορα θα ανέβαινα στον έβδομο ουρανό.
Λεπτή, ψιλή, μελαχρινή και δυνατή γυναίκα,
δίπλα μου θα την ήθελα παρά έναν θεό.
Γεμάτη τρυφερότητα κι αγάπη, μα το κρύβει,
σε ποιόν θα το χαρίσει, ποιόν τυχερό.
Τα μάτια της λάμπουν φλογερά, μυστηριώδη,
πανέξυπνη γοργόνα, με γέλιο παιδικό,
άγριο σεληνόφως, άνθος της Μεσογείου,
με το απλό κορμί της θέλω να τυλιχτώ.


20040701 Τυφλή αγάπη
Θα ήθελα η γυναίκα μου να ήτανε τυφλή,
τυφλά να με αγαπάει, να μην νοιάζεται,
αν η φαλάκρα μου μεγάλωσε και η κοιλιά,
αν το δεξί μου μάτι είναι πρισμένο το πρωί,
αν είμαι μια μπουκιά σε σχέση με τον Γάλλο
ποδοσφαιριστή,
που έχει ξετρελλάνει όλες τις γυναίκες.
Παρόμοια τυφλός να είμαι κι εγώ,
να μην συγκρίνω άλλες, να μην σκέφτομαι
το πως και αν, γιατί αυτή, 
αλλά αυτή να είμαι εγώ, τυφλά να την φιλώ,
έρωτα να της κάνω και να την δέχομαι.


20040709 Κοπέλα από την Ουρουγουάη 
Πάνω στα δένδρα είναι ένα σπάνιο εξοτικό πουλί,
στην άσπρη έρημο και στη ζούγκλα μια λιονταρίνα,
μέσα στούς δρόμους μοιάζει με πόρσε γιαλιστερή,
και μέσ' στην κοινωνία μιαν απλησίαστη γυναίκα.
Με θηλικές καμπύλες είναι στολισμένη,
με ένα χαμόγελο πλατύ και δροσερό,
με λόγια απλά που σε κοιτούν κατάματα,
κι όλα τα αρσενικά ποθούν την συντροφιά της.


20040712 Χταπόδι
Σαν το χταπόδι που αλλάζει μακιζιάζ
και μεταμφιέζεται σε βότσαλα και πέτρες,
σαν το χταπόδι που αψηφά τον κίνδυνο
για να εξερευνήσει μιαν απίθανη εκδοχή,
σαν το χταπόδι που θυμάται τα παλιά
και αναλύει κάθε εικόνα που έχει δει,
σαν το χταπόδι που διαλύεται και ξεγλυστρά
ανάμεσα από Συμβλιγάδες πέτρες και στενώματα,
σαν το χταπόδι που απλώνει τις βεντούζες του,
κι αρπάζει κάτι και ποτέ δεν ξεκολά,
έτσι είναι το απίθανο μυαλό του ανθρώπου.
Σαν τα πλοκάμια χταποδιού που κόβονται,
θυσία στην ζωή, και ξαναβγαίνουν όμοια και νέα,
είναι τα υπόλοιπα κύτταρα του ανθρώπου
και ανακυκλώνονται κάθε στιγμή, 
και εναλλάσονται ολοκαίνουργια μέσα σε λίγα χρόνια,
μόνο οι νευρώνες ζουν αθάνατοι ως το τέλος.


20040719 Κοχύλι
Μια νεαρή κοπέλα από την Νάπολι,
που σπούδαζε λογοτεχνία και πολιτισμό στη Ρώμα,
ήρθε τυχαία στην Νέα Υόρκη και σε γνώρισε,
καθώς χορεύατε αγκαλιασμένοι τρυφερά σε μιαν μιλόγκα.
Όταν σταμάταγε η μουσική, σε κοίταζε στο πρόσωπο,
με τα μεγάλα ρουμπινάτα μάτια της που έλαμπαν,
και ήρεμα χωρίς βιασύνη σου έλεγε δυο λόγια,
απλά κι ολόιδια με αυτήν, μιλούσε με την σιωπή.
Η όψη της χρωμάτιζε και τρύπωνε ανάμεσα στις λέξεις,
το πράο της χαμόγελο.  Σου άγγιζε το μπράτσο
σαν να σου έλεγε, σε ευχαριστώ για τούτο τον χορό
που ζήσαμε μαζί, κι αν δεν ξαναδώ ποτέ, θα σε θυμάμαι.
Κι ύστερα άρχιζε πάλι η μουσική, και την αγκάλιαζες
με όλη την τρυφερότητα που ήσουν ικανός να εκφράσεις,
και με τα δάχτυλα σου ένιωθες το ύφασμα που φόραγε,
αγκίζοντας διαφάνα το ολόγυμνο κορμί της που έκρυβε,
ένα ζεστό απαλό ολόασπρο κοχύλι.


20040722 Μονόλογος του Νόε
Άνθος της Μεσογείου, που να είσαι τώρα ;
Φορώντας το άσπρο νυφικό σου θα κοιμάσαι,
ανάμεσα σε όνειρα και σε ταινίες που αγαπάς.
Την κρυσταλλένια θάλασσα θα ερωτεύεσαι τα πρωινά,
και το ηλιοβασίλεμα θα κάθεσαι σε μιαν ταβέρνα,
νοστιμιμένη απ' την αλμύρα του νερού κι ηλιοψημένη.
Άνθος της Μεσογείου, το βλέμα σου σαν με κοιτά,
σαν την ανατολή του ήλιου, το φως σου με ξυπνά,
μέσ' στη δροσιά της χαραυγής, και με αγκαλιάζει.
Τα λόγια σου σαν κύμματα πλέουνε στον αγέρα,
θροούν τους θάμνους κι αντανακλούν μέσ' στο φαράγκι,
και οριμάζουν τα σταφίλια που σε αναμονούν.
Κεφάλι του Νόε, μέσα στον χρόνο ταξιδεύεις
με ατέλειωτη φαντασία κι όλα τα σύνορα περνάς,
σαν τα δελφίνια του πελάγου και γλάρους στον αγέρα,
με αρχαίους πίθηκους γυμνούς κάνεις παρέα,
με το απίθανο αύριο κάθεσαι στο τραπέζι,
ύστερα από μιαν Οδύσσεια σε γαλαξίες και σε αστέρια.


20040801 Απορρίφθηκε
Το τριαντάφυλλο που ήθελα να κόψω
μαράθηκε σαν άπλωσα το χέρι μου,
και ένας κόμπος λύπης μου έφραξε τον λαιμό.
Τα όνειρα μου έπεσαν και σκόρπισαν
σαν φθινοπώρου φύλλα μέσα σε ένα πάρκο,
έρημο, όπου μονάχος μου περπατώ.
Κι έγινα από την ντροπή μου μια σταγόνα,
ένα δάκρυ, μέσα στην παγωμένη λίμνη,
ένα τίποτα, και έτσι ξέχασα πως πονώ.


20041014 Ενός κομήτη η ουρά
Περνούν τα χρόνια, μην το ξεχνάς,
αυτά που ζήσαμε και είναι όλο--δικά μας.
Περνούν σαν σύννεφα από πάνω μας,
άλλοτε με βροχή κι άλλοτε με λιακάδα.
Και έτσι έφτασα να σέρνω πίσω μου,
σχεδόν σαράντα,
ενώ ο πατέρας μου κι ο θείος μου
αγγίζουν τα ογδόντα,
παχιά, γεμάτα σύννεφα, αιώνια, αστραφτερά,
και μοιάζουμε όλοι σαν κομήτες
με μιαν μεγάλη ουρά.


20041116 Παλιός γνωστός χωματόδρομος
Σούσουρο, σύρσιμο και ανακατωσούρα,
γέμισε άγχος και φωνές ο νους.
Κουτσομπολιό, λόγια χωρίς σκοπό,
ρηχές κουβέντες, και νοητές δοκιμασίες.
Σαν το συνάχι σου κολλάει το βουητό,
και τώρα συλλογίζομαι στο πάτωμα για να ηρεμήσω.
Σαν έναν χωματόδρομο που ήθελα να αποφύγω,
μα από περιέργεια πέρασα πάλι από αυτόν.


20041119 Άνθος της Μεσογείου
Άνθος της Μεσογείου, αχ να ήσουνα εδώ,
μαζί σου να χορεύω, μαζί σου να γλεντώ,
τα μάτια σου να βλέπω και να τραγουδώ,
το τρυφερό κορμί σου να αγκαλιάζω,
και την ζεστή αναπνοή σου να αναπνέω,
καθώς τα χίλια μας ενώνουν τον ήλιο με το νερό.
Άνθος της Μεσογείου κι αν είσαι μακρυά μου,
μαζί μου πάντα είσαι στην καρδιά μου,
και μέσα στο μυαλό που ονειρεύεται κάθε λεπτό,
τα λόγια σου ακούω, σε βλέπω, σου μιλώ,
στο πλάι σου κοιμάμαι, στον κόρφο σου ξυπνώ,
στον άνεμο σφυρίζω αμόρε σε αγαπώ.


20041126 Πρωινή χαρά
Μια καινούργια μέρα ξεκινά, ξεκινά,
κι έχω πλημμυρίσει με χαρά, με χαρά.
Πέρα στον ορίζοντα κοιτάζω να σε βρω,
το γλυκό σου πρόσωπο που τόσο αγαπώ.
Το νερό μιας βρύσης όπου πήγα να νιφτώ,
δροσερά με χάιδεψε στο μάγουλο,
και φιλιά με γέμισε στα μάτια, στο λαιμό,
απλώνοντας στα χίλια το χαμόγελο.


20041128 Σαν το λουλούδι
Κάθε ηλιοβασίλεμα τον πιο όμορφο πίνακα,
κοιτάζω με τα μάτια μου ανοιχτά,
ρουφώντας κάθε ακτίνα,
και άλλες σκέψεις δεν χωρούν μέσ' στο μυαλό,
εκτός μονάχα λίγο, η άλλη μεγάλη αγάπη της ζωής μου,
η μόνη γυναίκα που αγάπησα και η θάλασσα.

Κάθε στιγμή που φεύγει μου μιλά,
τα χρώματα και οι γραμμές αλλάζουν
λες και είναι ζωντανά, σαν την αγάπη 
κάθε εικόνα φτιάχνεται μοναδική,
κι εγώ σαν το λουλούδι, σαν νεογέννητο μωράκι την κοιτώ,
και σαν την θάλασσα κουνώ το βλέμμα μου μπρος πίσω.

Ενώ ο ήλιος συνεχίζει να κινείται χαμηλότερα,
τα σύννεφα παχαίνουν και σηκώνονται ψηλά,
και μια λουρίδα φως απλώνεται από τα σύννεφα ως την γη,
ενώ ο αέρας απαγγέλλει τα ονόματα των αχτίνων,
εκεί ψάχνω να δω τα μάτια σου που με κοιτούν,
κι αυθόρμητα να γίνω ένα με την ζωή μου.


20041129 Σαν το νερό της θάλασσας
Πάνω στα χίλια σου η ακρογιαλιά,
με το νερό να πηγαινοέρχεται σιγά σιγά,
φτιάχνοντας ήχο το φιλί.
Πάνω στα στήθια σου τα κύματα
να σπάζουν με αφρούς,
σφυρηλατώντας απαλές άσπρες καμπύλες.
Ανάμεσα στους μηρούς σου η σπηλιά
να προσκαλεί την θάλασσα να μπει,
να ενωθεί μαζί σου.
Με χίλια που μιλούν, 
με χίλια που στολίζουνε τα στήθια,
με χίλια που είναι σηκωμένα σε φιλώ.
Με μπράτσα σε αγκαλιάζω,
στα χέρια μου σε κρύβω και σε κρατώ,
με τα άκρα των δαχτύλων μου σε αγγίζω.
Καθώς τα μακριά μαλλιά σου απλώνονται
στο πρόσωπο και στον λαιμό,
ο χτύπος της καρδιάς σου μου θυμίζει ότι ζω,
η κάθε αναπνοή σου με γεμίζει νοσταλγία,
σαν το νερό της θάλασσας σε αγαπώ.


20041223 Γεννηθεί-τω το φως
Ένα μωράκι μόλις έφτασε στη γη,
γεμάτο δίψα και ενθουσιασμό για την ζωή.
Μύρισε τον αγέρα, γέμισε τα πνευμόνια,
οι ήχοι έγιναν με μιας πιο δυνατοί,
και ένα μεγάλο φως το τύλιξε.
Κατάλαβε πως πρέπει να φωνάζει για να ακουστεί,
και γρήγορα αγάπησε το φως 
που ήξερε να του λέει ατέλειωτες ιστορίες,
ενώ η μαμά και o μπαμπάς του το φρόντιζαν,
ενώ το σώμα και οι νευρώνες του μεγάλωναν
και αλλάζουν τις ενώσεις τους συνεχώς,
για να ρουφήξουν μέσα τους ολόκληρο τον κόσμο.


20050110 Όνειρα
Στο κρεβάτι τώρα είμαι ξαπλωμένος
και ο νους μου ταξιδεύει μακρυά,
σε ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου, 
παρά μόνο με τα μάτια μου κλειστά.
Την ψυχή μου βλέπω να μιλά με ξένους,
με οικογένεια, με φίλους σε χρόνους μαγικούς,
σε μέρη οπου οι αποστάσεις χάνονται 
και η λογική σειρά αλλάζει χωρίς λόγο έτσι ξαφνικά.
Κι όμως όλα είναι ενωμένα εδώ κάτω,
όλα μοιάζουν όμορφα και πιστευτά.
Τις καλύτερες στιγμές μου έχω περάσει
με την φαντασία και το όνειρο αγκαλιά.